Οι κλινικές μορφές των Μαθησιακών Διαταραχών διακρίνονται, ανάλογα με την
λειτουργία που διαταράσσεται, στις ακόλουθες κατηγορίες:
Α) Διαταραχή της Ανάγνωσης (δυσλεξία)
Β) Διαταραχή των Μαθηματικών
Γ) Διαταραχή της Γραπτής Έκφρασης
Δ) Μαθησιακή Διαταραχή μη προσδιοριζόμενη αλλιώς
Από τις τέσσερις αυτές διαταραχές, η δυσλεξία ή όπως αποκαλείται, ΄΄Διαταραχή της
Ανάγνωσης΄΄, είναι μία από τις πιο κοινές μαθησιακές δυσκολίες, καθώς εμφανίζεται
στο 5 – 15% του μαθητικού πληθυσμού. Λόγω του ότι είναι μία σύνθετη έννοια και
έχουν διατυπωθεί πολλοί και διαφορετικοί ορισμοί, το συμπέρασμα που προκύπτει
είναι, ότι πρόκειται για μια διαταραχή εκφοράς του λόγου. Αυτή η διαταραχή δε
σχετίζεται με το δείκτη νοημοσύνης και για να την εντοπίσει κάποιος, αρκεί να
παρατηρήσει αν υπάρχει κάποια δυσκολία στο προφορικό λόγο, στο γράψιμο, στην
κατανόηση εννοιών, που αφορούν το χώρο και τον χρόνο, στην ανάγνωση, και τέλος
αν υπάρχει κάποια ανεπάρκεια στη βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη μνήμη.
Συγκεκριμένα, οι μαθητές με δυσλεξία αντιμετωπίζουν χαρακτηριστικές δυσκολίες, όπως:
- Κομπιαστό διάβασμα
- Αποκλίσεις από τη γραμμή
- Ανεπάρκεια μετάβασης στην άλλη γραμμή
- Παρατονισμός
- Δε χρωματίζεται η φωνή
- Συγχέονται τα γράμματα που μοιάζουν οπτικά (τ-π, γ-χ), καθρεπτισμοί (σ/δ, 3/ε).
- Λανθασμένη ακουστική αλληλουχία (καλή νύχτα– κανυλήχτα)
- Παραλείψεις γραφημάτων ή συλλαβών
- Προσθέσεις γραφημάτων ή συλλαβών
- Μαντεύουν λέξεις (μαντήλι-καντήλι) (αντικατάσταση λέξεων)
Δυσκολία κατανόησης του νοήματος Οι μαθητές με δυσλεξία από την πρώτη τάξη του δημοτικού σχολείου,
συνειδητοποιούν, μέρα με τη μέρα, ότι η ανάγνωσή τους, το ορθογραφημένο τους
γράψιμο και η εμφάνιση του γραπτού τους, υστερούν έναντι εκείνων των
συμμαθητών τους. Το γεγονός αυτό, δίχως αμφιβολία, προξενεί στους μαθητές
αυτούς, μια ενδόμυχη δυσαρέσκεια, με αυξανόμενη απογοήτευση, η οποία, όταν
συνοδεύεται από την αρνητική κριτική, προσλαμβάνει τέτοια ένταση, ώστε
δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο το μαθησιακό τους έργο και όχι μόνο. Λόγω της
πίεσης που δέχονται οι συγκεκριμένοι μαθητές, λειτουργούν επιθετικά, δεν μπορούν
να παρακολουθούν για πολύ το δάσκαλο στην τάξη, δεν κάθονται ήσυχοι στη θέση
τους, παρενοχλούν τους άλλους, προξενούν αταξίες, δυσχεραίνουν το έργο του
δασκάλου και δίνουν αφορμή για απανωτές παρατηρήσεις. Η ενοχλητική
συμπεριφορά τους δεν εκδηλώνεται μόνο στο σχολείο, προκαλώντας την αντίδραση
του δασκάλου, αλλά και στο σπίτι, όπου με δυσκολία πολλές φορές συμμορφώνονται
προς τις γονικές προτροπές και απαγορεύσεις.
Αυτό που πρέπει να σημειωθεί, είναι ότι όσο πιο γρήγορα γίνει αντιληπτή η ύπαρξη
της διαταραχής, τόσο πιο εύκολα και γρήγορα, μπορεί να βρεθεί το κατάλληλο
πρόγραμμα αποκατάστασης και να υπάρξει μεγάλη βελτίωση στους τομείς που το
παιδί υστερούσε πριν.
Για το λόγο αυτό, πρέπει να υπάρχει ευαισθητοποίηση από την πλευρά της
οικογένειας, της κοινωνίας και του σχολείου, αλλά και απαραιτήτως, η μεταξύ τους
συνεργασία, για να γίνει έγκυρη διάγνωση και ως ένα σημείο αποκατάσταση. Είναι
αναγκαίο, να δοθούν κίνητρα για μάθηση και το σχολείο, σεβόμενο τη
διαφορετικότητα των μαθητών που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, με ποικίλες
στρατηγικές διδασκαλίας οφείλει να εναρμονίσει τα παιδιά με δυσλεξία στην
εκπαιδευτική διαδικασία. Άλλωστε το σχολείο πρέπει να είναι για ΄΄πολλούς΄΄ και όχι
για ΄΄λίγους΄΄ και ΄΄εκλεκτούς΄΄.